μπλάστρης

From LSJ

εἰργόμενον θανάτου καὶ τοῦ ἀνάπηρον ποιῆσαι → excluding death and maiming, short of death or maiming

Source

Greek Monolingual

ο
πλάστης, πλαστήρι, κυλινδρική ράβδος που χρησιμοποιείται για την κατασκευή λεπτών φύλλων ζύμης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εμ-πλάστης < εμ-πλάσσω.