μυκοπίλιο

From LSJ

Τὰ θνητὰ πάντα μεταβολὰς πολλὰς ἔχει → Mortalium res plurimas capiunt vices → Was sterblich ist, kennt alles viele Umschwünge

Menander, Monostichoi, 489

Greek Monolingual

το
βοτ. το τμήμα τών βασιδιομυκήτων το οποίο φέρει τις σποριοφόρες προεξοχές και έχει συνήθως την εμφάνιση οριζόντιου δίσκου, αλλ. πίλος.