μυόμορφα

From LSJ

Ὑγίεια καὶ νοῦς ἀγαθὰ τῷ βίῳ δύο (πέλει) → Vitae bona duo, sanitas, prudentiaZwei Lebensgüter sind Gesundheit und Verstand

Menander, Monostichoi, 519

Greek Monolingual

τα
ζωολ. υπόταξη στην οποία κατατάσσοντα 1. 100 είδη τρωκτικών, δηλαδὴ τα δύο τρίτα τους.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. myomorpha (< μυς, μυός «ποντικός» + μορφή)].