Εὔπειστον ἀνὴρ δυστυχὴς καὶ λυπούμενος → Concinnat luctus suspicacem et miseria → Leichtgläubig ist ein Mann im Unglück und im Leid
-η, -οξανθομάλλης («εψάλλοντο κι εξυμνούντο αι ξανθόμαλλοι Νεράιδες της νήσου», Μωραϊτ.).