ξυλόπροκα

From LSJ

τἄλλαι ... γυναῖκες ... ἀπήλαἁν τὼς ἄνδρας ἀπὸ τῶν ὑσσάκων → the other women diverted the men from their vaginas

Source

Greek Monolingual

η
ξύλινη πρόκα που χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή παπουτσιών.