σταυροθόλιο
From LSJ
Θεοὶ μὲν γὰρ μελλόντων, ἄνθρωποι δὲ γιγνομένων, σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται → Because gods perceive future things, men what is happening now, but wise men perceive approaching things
Θεοὶ μὲν γὰρ μελλόντων, ἄνθρωποι δὲ γιγνομένων, σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται → Because gods perceive future things, men what is happening now, but wise men perceive approaching things
το, Ν
είδος θολωτής οροφής που σχηματίζεται με τη διασταύρωση δύο κυλινδρικών θόλων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σταυρός + θόλος + επίθημα -ιον. Η λ., στον λόγιο τ. σταυροθόλιον, μαρτυρείται από το 1895 στην εφημερίδα Άστυ].