τάλαινος

From LSJ

τὸ γὰρ εὖ πράττειν παρὰ τὴν ἀξίαν ἀφορμὴ τοῦ κακῶς φρονεῖν τοῖς ἀνοήτοις γίγνεται → undeserved success engenders folly in unbalanced minds

Source

Greek Monolingual

ὁ, Α
τάλας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μτγν. τ. επιθ. σχηματισμένος από το θηλ. τάλαινα του επιθ. τάλας.