ταμπούρι

From LSJ

Ὁμιλίας δὲ τὰς γεραιτέρων (γεραιτέρας) φίλει → Seniliores quaere amicitias tibi → Den Umgang mit den Älteren erwähle dir

Menander, Monostichoi, 421

Greek Monolingual

το, Ν
1. διάταξη στρατιωτικής μονάδας στην περίμετρο ενός τετραγώνου με σκοπό την ολόπλευρη άμυνα
2. αμυντικό προπέτασμα, χαράκωμα, προμαχώνας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. tabur «τάγμα»].