τετραχαίνιο

From LSJ

Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?

Source

Greek Monolingual

το, Ν
μικρός αρραγής καρπός που αποτελείται από τέσσερα αχαίνια, δηλαδή τέσσερεις ξηρούς καρπούς με μία σπερματική βλάστη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + αχαίνιο].