ἀδύνατον καὶ οὐκ ἀνθρώπειον → not for man to attempt
το, Ντο γεωργικό εργαλείο τρικράνι.[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. του αρχ. επιθ. τρίκρανος.