τρισχειρότερος

From LSJ

Δεῖ τοὺς φιλοῦντας πίστιν, οὐ λόγους ἔχειν → Non bene stat intra verba amicorum fidesVertrauen müssen Freunde sich, viel reden nicht

Menander, Monostichoi, 115

Greek Monolingual

-η, -ο, Ν
πάρα πολύ χειρότερος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτ. τρισ- / τρι- + χειρότερος·].