φαρμακωνίτις

From LSJ

Ζῶμεν γὰρ οὐχ ὡς θέλομεν, ἀλλ' ὡς δυνάμεθα → Ut quimus, haud ut volumus, aevum ducimus → nicht wie wir wollen, sondern können, leben wir

Menander, Monostichoi, 190

Greek Monolingual

Α
(κυρίως φρ.) «Φαρμακωνῖτις Ἀνδρομάχου βίβλος» — τίτλος έργου του Ανδρομάχου, αλλ. «Φαρμακίτιδες βίβλοι» (Γαλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < φάρμακον / φαρμακών + επίθημα -ῖτις (πρβλ. γυναικών: γυναικων-ῖτις)].