ωιμέ

From LSJ

Ἔνιοι δὲ καὶ μισοῦσι τοὺς εὐεργέτας → Nonnulli oderunt adeo beneficos sibi → Es hassen manche sogar ihre Wohltäter

Menander, Monostichoi, 171

Greek Monolingual

και ωιμένα και οϊμέ και οϊμένα Ν
(σχτλ. επιφών.) αλίμονό μου!
[ΕΤΥΜΟΛ. < φρ. ω εμέ(να)].