ωιμέ

From LSJ

τάλαιναι κόραι Φαέθοντος οἴκτῳ δακρύων τὰς ἠλεκτροφαεῖς αὐγάς → girls, in grief for Phaethon, drop the amber radiance of their tears

Source

Greek Monolingual

και ωιμένα και οϊμέ και οϊμένα Ν
(σχτλ. επιφών.) αλίμονό μου!
[ΕΤΥΜΟΛ. < φρ. ω εμέ(να)].