ἐμπερικρατέω

From LSJ

Ῥῦσέ με δεινῶν νοσημάτων, ἱερώτατε, ἱερωσύνην συναρμόσας ἐν χαρᾷ και ἐπιστήμης τὸ πολύτιμον κεφάλαιον → Deliver me from grievous afflictions, most holy one, joining sanctity together in joy with the precious fountainhead of knowledge

Source

Spanish (DGE)

dominar, mandar ὁ πάντα ἐμπερικρατῶν τῇ γνωστικῇ δυνάμει el que domina todo con su poder espiritual Gr.Nyss.M.45.37B.