ἐμφιέννυμι
From LSJ
Ῥῦσέ με δεινῶν νοσημάτων, ἱερώτατε, ἱερωσύνην συναρμόσας ἐν χαρᾷ και ἐπιστήμης τὸ πολύτιμον κεφάλαιον → Deliver me from grievous afflictions, most holy one, joining sanctity together in joy with the precious fountainhead of knowledge
Spanish (DGE)
vestir en v. med.-pas. ἀγάλματα ... ἐμπεφιεσμένα ISmyrna 753.22 (I d.C.?).