ἤλιτον

From LSJ

Ἢ μὴ ποίει τὸ κρυπτὸν ἢ μόνος ποίει → Aut occulendum nil patra, aut solus patra → Tu nichts Verborgnes oder tue es allein

Menander, Monostichoi, 225

French (Bailly abrégé)

v. ἀλιταίνω.

Greek Monotonic

ἤλῐτον: αόρ. βʹ του ἀλιταίνω.

Russian (Dvoretsky)

ἤλῐτον: aor. 2 к ἀλιταίνω.