ἄδικον ἦν πλοῦτον ἔχειν παρὰ νόμον → it is unjust to have money against the law
ηέλλειψη υπακοής και πειθαρχίας.[ΕΤΥΜΟΛ. < αν- στερ. + υπακοή. Η λ. μαρτυρείται από το 1796 στο Γερμανοαπλορρωμαϊκό Λεξικό του Karl Weigel].