αλικρήπις: Difference between revisions

From LSJ

ἐκ Χάεος δ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο... (Hesiod's Theogony 123) → From Chasm, Erebos and black Night came to be...

Source
(2)
(No difference)

Revision as of 06:50, 29 September 2017

Greek Monolingual

ἁλικρήπις (-ιδος), ο, η (Α)
αυτός που έχει τα θεμέλιά του στη θάλασσα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἁλι- (< ἅλς) + κρηπὶς «θεμέλιο»].