αρτίδακρυς: Difference between revisions
From LSJ
Οὐ χρὴ φέρειν τὰ πρόσθεν ἐν μνήμῃ κακά → Mala pristina haud oportet ferre in memoria → Du darfst nicht im Gedächtnis tragen früheres Leid
(6) |
(No difference)
|
Revision as of 06:58, 29 September 2017
Greek Monolingual
ἀρτίδακρυς, -υ (Α)
αυτός που είναι έτοιμος να δακρύσει.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αρτι- + -δακρυς < δάκρυ (πρβλ. απειρόδακρυς, αρίδακρυς)].