αρχοντόπουλο: Difference between revisions
From LSJ
Ἔλπιζε τιμῶν τοὺς θεοὺς πράξειν καλῶς → Spera felicitatem, si deos colas → Erhoffe Wohlergeh'n, wenn du die Götter ehrst
(6) |
(No difference)
|
Revision as of 06:59, 29 September 2017
Greek Monolingual
το
το παιδί που κατάγεται από άρχοντες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άρχοντας + -πουλο (κατάλ. ουδ. ουσ. με σημασία «μικρό, παιδί» — πρβλ. βασιλόπουλο, ελληνόπουλο, κεφαλόπουλο)].