γογγύλι: Difference between revisions

From LSJ

Τῶν δυστυχούντων εὐτυχὴς οὐδεὶς φίλοςFelix amicus nullus infelicibus → für die im Unglück ist kein Glücklicher ein Freund

Menander, Monostichoi, 502
(8)
(No difference)

Revision as of 07:02, 29 September 2017

Greek Monolingual

το (Α γογγύλη και γογγυλίς, η
Μ γογγύλιν, το) γογγύλος
είδος λάχανου με στρογγυλό υπόγειο βλαστό.