διαναπείρω: Difference between revisions

From LSJ

Λεύσσετε, Θήβης οἱ κοιρανίδαι τὴν βασιλειδᾶν μούνην λοιπήν, οἷα πρὸς οἵων ἀνδρῶν πάσχω → See, you leaders of Thebes, what sorts of things I, its last princess, suffer at the hands of such men

Sophocles, Antigone, 940-942
(6_1)
 
(9)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''διαναπείρω''': (μόνον ποιητ. [[διαμπείρω]]) διαπερῶ, διατρυπῶ, Κόϊντ. Σμ. 1. 614.
|lstext='''διαναπείρω''': (μόνον ποιητ. [[διαμπείρω]]) διαπερῶ, διατρυπῶ, Κόϊντ. Σμ. 1. 614.
}}
{{DGE
|dgtxt=v. [[διαμπείρω]].
}}
{{grml
|mltxt=[[διαναπείρω]] και [[διαμπείρω]] (Α)<br />[[διατρυπώ]] [[πέρα]] ως [[πέρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[διαμπερές]].
}}
}}

Latest revision as of 07:04, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

διαναπείρω: (μόνον ποιητ. διαμπείρω) διαπερῶ, διατρυπῶ, Κόϊντ. Σμ. 1. 614.

Spanish (DGE)

v. διαμπείρω.

Greek Monolingual

διαναπείρω και διαμπείρω (Α)
διατρυπώ πέρα ως πέρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. διαμπερές.