ἠπιόχειρος: Difference between revisions

From LSJ

ἐὰν ᾖ τῳ θανάτου τετιμημένον → if sentence of death has been passed upon one

Source
(6_17)
(16)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἠπιόχειρος''': -ον, ἡμαρτημ. γραφ. ἀντὶ [[ἠπιόχειρ]], Ὀρφ. Ὕμν. 22. 8., 83. 8.
|lstext='''ἠπιόχειρος''': -ον, ἡμαρτημ. γραφ. ἀντὶ [[ἠπιόχειρ]], Ὀρφ. Ὕμν. 22. 8., 83. 8.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἠπιόχειρος]], -ον (Α)<br />ο [[ηπιόχειρ]].
}}
}}

Latest revision as of 07:17, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 1175] dasselbe, ὑγεία Orph. H. 22. 84.

Greek (Liddell-Scott)

ἠπιόχειρος: -ον, ἡμαρτημ. γραφ. ἀντὶ ἠπιόχειρ, Ὀρφ. Ὕμν. 22. 8., 83. 8.

Greek Monolingual

ἠπιόχειρος, -ον (Α)
ο ηπιόχειρ.