Ἀδώνι' ἄγομεν καὶ τὸν Ἄδωνιν κλᾴομεν → We conduct the rites of Adonis, we weep for Adonis (Pherecrates, fr. 170)
(17) |
(No difference)
|
(Α ἱλαρύνω). 1. κάνω κάποιον ιλαρό, φαιδρύνω, χαροποιώ
2. μέσ. ιλαρύνομαι
χαίρομαι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱλαρός + κατάλ. -ύνω (πρβλ. απαλ-ύνω, φαιδρ-ύνω)].