ισολογίζω: Difference between revisions
From LSJ
τοῖς οἰκείοις συκοφαντίαν δέδωκεν → has given to his friends an opportunity for chicane, has offered to his friends the right of vindictive prosecution
(18) |
(No difference)
|
τοῖς οἰκείοις συκοφαντίαν δέδωκεν → has given to his friends an opportunity for chicane, has offered to his friends the right of vindictive prosecution
(18) |
(No difference)
|
καταγράφω τα έσοδα και τα έξοδα μιας οικονομικής ενότητας και τά συγκρίνω, κάνω ισολογισμό.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. ιταλ. saldare. Η λ. μαρτυρείται από το 1840 στο Ιταλοελληνικόν νομοτεχνικόν λεξικόν].