καινοειδής: Difference between revisions

From LSJ

Νόμιζε σαυτῷ τοὺς γονεῖς εἶναι θεούς → Tu tibi parentes alteros credas deos → Bedünke, dass dir deine Eltern Götter sind

Menander, Monostichoi, 379
(a)
 
(18)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1294.png Seite 1294]] ές, von neuer Gestalt, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1294.png Seite 1294]] ές, von neuer Gestalt, Sp.
}}
{{ls
|lstext='''καινοειδής''': -ές, κατὰ νέον [[σχῆμα]], ὑπὸ νέαν μορφήν, Ὠριγέν. κ. Κέλσ. 8, σ. 289 = 400 Seager.
}}
{{grml
|mltxt=[[καινοειδής]], -ές (Α)<br />αυτός που σχηματίστηκε εκ νέου, [[κατά]] νέο [[σχήμα]], με νέα [[μορφή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[καινός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ειδής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[εἶδος]])].
}}
}}

Latest revision as of 07:20, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 1294] ές, von neuer Gestalt, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

καινοειδής: -ές, κατὰ νέον σχῆμα, ὑπὸ νέαν μορφήν, Ὠριγέν. κ. Κέλσ. 8, σ. 289 = 400 Seager.

Greek Monolingual

καινοειδής, -ές (Α)
αυτός που σχηματίστηκε εκ νέου, κατά νέο σχήμα, με νέα μορφή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καινός + -ειδής (< εἶδος)].