καταπόδα: Difference between revisions

From LSJ

Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν → Tibi si est amicus, esse thesaurum puta → Mit Freunden, glaub es nur, besitzt du einen Schatz

Menander, Monostichoi, 526
(6_20)
(19)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''καταπόδα''': -πόδας, ὁ ὀρθὸς [[τύπος]] κατὰ πόδ-, ἴδε [[πούς]] Ι. 4. β.
|lstext='''καταπόδα''': -πόδας, ὁ ὀρθὸς [[τύπος]] κατὰ πόδ-, ἴδε [[πούς]] Ι. 4. β.
}}
{{grml
|mltxt=<b>βλ.</b> [[καταπόδι]].
}}
}}

Revision as of 07:22, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 1371] u. καταπόδας, wird besser getrennt geschrieben, s. πούς.

Greek (Liddell-Scott)

καταπόδα: -πόδας, ὁ ὀρθὸς τύπος κατὰ πόδ-, ἴδε πούς Ι. 4. β.

Greek Monolingual

βλ. καταπόδι.