κοτυλώδης: Difference between revisions

From LSJ

ξυνῆλθεν ἀτταγᾶς τε καὶ νουμήνιος → birds of a feather flock together, the francolin and the new-moon bird get together

Source
(6_7)
(21)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''κοτῠλώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) [[ὅμοιος]] πρὸς κοτύλην, Ἀθήν. 480Β.
|lstext='''κοτῠλώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) [[ὅμοιος]] πρὸς κοτύλην, Ἀθήν. 480Β.
}}
{{grml
|mltxt=[[κοτυλώδης]], -ῶδες (Α) [[κοτύλη]]<br />αυτός που μοιάζει με [[κοτύλη]], [[κοτυλοειδής]].
}}
}}

Revision as of 07:25, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κοτυλώδης Medium diacritics: κοτυλώδης Low diacritics: κοτυλώδης Capitals: ΚΟΤΥΛΩΔΗΣ
Transliteration A: kotylṓdēs Transliteration B: kotylōdēs Transliteration C: kotylodis Beta Code: kotulw/dhs

English (LSJ)

ες,

   A like a κοτύλη, ἀγγεῖον ib.480b.

Greek (Liddell-Scott)

κοτῠλώδης: -ες, (εἶδος) ὅμοιος πρὸς κοτύλην, Ἀθήν. 480Β.

Greek Monolingual

κοτυλώδης, -ῶδες (Α) κοτύλη
αυτός που μοιάζει με κοτύλη, κοτυλοειδής.