μολιβδικός: Difference between revisions

From LSJ

νόσημα γὰρ αἴσχιστον εἶναί φημι συνθέτους λόγους → for I consider false words to be the foulest sickness

Source
(25)
(No difference)

Revision as of 07:27, 29 September 2017

Greek Monolingual

μολιβδικός, -ή, -όν (Α)
βλ. μολυβδικός.