λοφείον: Difference between revisions

From LSJ

Μὴ φεῦγ' ἑταῖρον ἐν κακοῖσι κείμενον → Ne fuge sodalem, cum calamitas ingruit → Lass einen Freund in Schwierigkeiten nicht im Stich

Menander, Monostichoi, 341
(23)
(No difference)

Revision as of 07:34, 29 September 2017

Greek Monolingual

λοφεῑον, τὸ (Α)
1. θήκη για εναπόθεση λοφίου
2. κάθε θήκη («τὴν σελήνην... καθείρξαιμ' ἐς λοφεῑον στρογγύλον, ὣσπερ κάτοπτρον», Αριστοφ.)
[ΕΤΥΜΟΛ. < λόφος + -εῖον].