νυκτίμαντις: Difference between revisions

From LSJ

Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticumWegzehrung für das Alter sorge stets dir vor

Menander, Monostichoi, 154
(6_8)
 
(27)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''νυκτίμαντις''': -εως, ὁ, ἡ, = [[νυκτόμαντις]], Ἡσύχ.
|lstext='''νυκτίμαντις''': -εως, ὁ, ἡ, = [[νυκτόμαντις]], Ἡσύχ.
}}
{{grml
|mltxt=[[νυκτίμαντις]], ό, ἡ (Α)<br /><b>βλ.</b> [[νυκτόμαντις]].
}}
}}

Revision as of 12:03, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

νυκτίμαντις: -εως, ὁ, ἡ, = νυκτόμαντις, Ἡσύχ.

Greek Monolingual

νυκτίμαντις, ό, ἡ (Α)
βλ. νυκτόμαντις.