περιπλοκάς: Difference between revisions
From LSJ
Θέλομεν καλῶς ζῆν πάντες, ἀλλ' οὐ δυνάμεθα → Bene vivere omnes volumus, at non possumus → Gut leben wollen wir alle, doch wir können es nicht
(6_4) |
(32) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''περιπλοκάς''': -άδος, ἡ, [[εἶδος]] φυτοῦ, ὡς τὸ σμίλαξ IV, κοινῶς «περιπλοκάδι», Ὀρνεοσόφ. 44, σ. 213. | |lstext='''περιπλοκάς''': -άδος, ἡ, [[εἶδος]] φυτοῦ, ὡς τὸ σμίλαξ IV, κοινῶς «περιπλοκάδι», Ὀρνεοσόφ. 44, σ. 213. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η, ΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[περιπλοκάδα]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:16, 29 September 2017
English (LSJ)
άδος, ἡ, =
A capreolus, cincinnus, Gloss. (pl.).
Greek (Liddell-Scott)
περιπλοκάς: -άδος, ἡ, εἶδος φυτοῦ, ὡς τὸ σμίλαξ IV, κοινῶς «περιπλοκάδι», Ὀρνεοσόφ. 44, σ. 213.
Greek Monolingual
η, ΜΑ
βλ. περιπλοκάδα.