προσφιλώς: Difference between revisions
From LSJ
(35) |
(No difference)
|
Revision as of 12:23, 29 September 2017
Greek Monolingual
προσφιλῶς Ν ΜΑ, ποιητ. τ. προσφιλέως Α
επίρρ. βλ. προσφιλής.
(35) |
(No difference)
|
προσφιλῶς Ν ΜΑ, ποιητ. τ. προσφιλέως Α
επίρρ. βλ. προσφιλής.