ριψόφθαλμος: Difference between revisions

From LSJ

Βουλὴν ἅπαντος πράγματος προλάμβανε → Nihil incohes, nisi inito consilio prius → Vor jedem Handeln fasse einen guten Plan

Menander, Monostichoi, 70
(36)
(No difference)

Revision as of 12:26, 29 September 2017

Greek Monolingual

-ον, ΜΑ
αυτός που ρίχνει τα μάτια του εδώ κι εκεί, αυτός που κοιτά με πόθο ή επιθυμία.
[ΕΤΥΜΟΛ. Σύνθ. του τύπου τερψίμβροτος < ῥίπτω + ὀφθαλμός (πρβλ. μον-όφθαλμος)].