του: Difference between revisions

From LSJ

ἔξαψις σφοδρὰ μετὰ πολλῆς βίας πίπτουσα ἐπὶ γῆς → a violent flare-up falling on the ground with great force, thunder and lightning

Source
(Bailly1_5)
 
(41)
 
Line 1: Line 1:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>enclit.</i><br /><i>att. c.</i> τινός, <i>gén. de</i> [[τις]] <i>indéfini</i>.
|btext=<i>enclit.</i><br /><i>att. c.</i> τινός, <i>gén. de</i> [[τις]] <i>indéfini</i>.
}}
{{grml
|mltxt=Α<br /> (βοιωτ. τ. ονομ. εν. της προσ. αντων. β' προσ.) <b>βλ.</b> <i>εσύ</i>.<br /> <b>άκλ.</b> <b>μετρολ.</b> κινεζική [[μονάδα]] χωρητικότητας ισοδύναμη με 10 [[λίτρα]].
}}
}}

Latest revision as of 12:53, 29 September 2017

French (Bailly abrégé)

enclit.
att. c. τινός, gén. de τις indéfini.

Greek Monolingual

Α
(βοιωτ. τ. ονομ. εν. της προσ. αντων. β' προσ.) βλ. εσύ.
άκλ. μετρολ. κινεζική μονάδα χωρητικότητας ισοδύναμη με 10 λίτρα.