τρισάριστος: Difference between revisions

From LSJ

Ἐχθροῖς ἀπιστῶν οὔποτ' ἂν πάθοις βλάβην → Minus dolebis, quo hostibus credes minus → Dem Feind misstrauend bleibst von Schaden du verschont

Menander, Monostichoi, 164
(6_10)
 
(42)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρισάριστος''': -η, -ον, [[σφόδρα]] ἄριστος, Κοσμ. Ἱεροσολ. σελ. 496, ἔκδ. Mi.
|lstext='''τρισάριστος''': -η, -ον, [[σφόδρα]] ἄριστος, Κοσμ. Ἱεροσολ. σελ. 496, ἔκδ. Mi.
}}
{{grml
|mltxt=-ίστη, -ον, Μ<br />(επιτ. τ.) ο [[πράγματι]] [[άριστος]], ο [[καλύτερος]] από όλους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> επιτατ. <i>τρισ</i>- / <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἄριστος]]].
}}
}}

Latest revision as of 12:55, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

τρισάριστος: -η, -ον, σφόδρα ἄριστος, Κοσμ. Ἱεροσολ. σελ. 496, ἔκδ. Mi.

Greek Monolingual

-ίστη, -ον, Μ
(επιτ. τ.) ο πράγματι άριστος, ο καλύτερος από όλους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτατ. τρισ- / τρι- + ἄριστος].