φαρμακοτέχνης: Difference between revisions

From LSJ

πείθεται πᾶς ἥδιον ἢ βιάζεται (Dio Cassius, Historiae Romanae 8.36.3) → it's always more pleasant to be persuaded than to be forced

Source
(44)
(No difference)

Revision as of 12:59, 29 September 2017

Greek Monolingual

ο, Ν
αυτός που είναι ειδικευμένος και ασχολείται συστηματικά με τη φαρμακοτεχνία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φάρμακο + -τέχνης (< τέχνη), πρβλ. λογο-τέχνης].