φυλακιστής: Difference between revisions
From LSJ
(6_19) |
(45) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φῠλακιστής''': -οῦ, ὁ, Λατ. phylacistes ἐν Plaut Aul. 3. 5, 44, [[δεσμοφύλαξ]], ἐπίθ. αὐστηροῦ δανειστοῦ. 2) = [[ξυλοπέδη]] Ἰω. Λυδ. 158. | |lstext='''φῠλακιστής''': -οῦ, ὁ, Λατ. phylacistes ἐν Plaut Aul. 3. 5, 44, [[δεσμοφύλαξ]], ἐπίθ. αὐστηροῦ δανειστοῦ. 2) = [[ξυλοπέδη]] Ἰω. Λυδ. 158. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ὁ, Α<br />[[δεσμοφύλακας]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φύλαξ]], -<i>ακος</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιστής</i>, πιθ. μέσω του λατ. <i>phylacista</i>]. | |||
}} | }} |
Revision as of 13:00, 29 September 2017
Greek (Liddell-Scott)
φῠλακιστής: -οῦ, ὁ, Λατ. phylacistes ἐν Plaut Aul. 3. 5, 44, δεσμοφύλαξ, ἐπίθ. αὐστηροῦ δανειστοῦ. 2) = ξυλοπέδη Ἰω. Λυδ. 158.
Greek Monolingual
ὁ, Α
δεσμοφύλακας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φύλαξ, -ακος + κατάλ. -ιστής, πιθ. μέσω του λατ. phylacista].