αερομοντελισμός: Difference between revisions

From LSJ

αὐτῇ τῇ ψυχῇ αὐτὴν τὴν ψυχὴν θεωροῦντα ἐξαίφνης ἀποθανόντος ἑκάστου → beholding with very soul the very soul of each immediately upon his death

Source
(1)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο <b>(Αθλ.)</b><br />το [[αεράθλημα]] ή το χόμπυ που συνδέεται με την [[κατασκευή]] αερομοντέλων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Νόθο σύνθετο, [[απόδοση]] στα Ελληνικά ξεν. όρου, <b>[[πρβλ]].</b> γαλλ. <i>aeromodelisme</i>].
|mltxt=ο <b>(Αθλ.)</b><br />το [[αεράθλημα]] ή το χόμπυ που συνδέεται με την [[κατασκευή]] αερομοντέλων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Νόθο σύνθετο, [[απόδοση]] στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. <i>aeromodelisme</i>].
}}
}}

Revision as of 10:10, 23 December 2018

Greek Monolingual

ο (Αθλ.)
το αεράθλημα ή το χόμπυ που συνδέεται με την κατασκευή αερομοντέλων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο σύνθετο, απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. aeromodelisme].