λάθω: Difference between revisions

From LSJ

τὰ ὑπὸ ἐμοῦ διδόμενα τεθήσεται ἐν τῷ ἱερῷ → what I give will be put in the temple

Source
(Bailly1_3)
(5)
Line 4: Line 4:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>sbj. ao.2 de</i> [[λανθάνω]].
|btext=<i>sbj. ao.2 de</i> [[λανθάνω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''λάθω:''' [ᾰ], υποτ. αορ. βʹ, και λᾰθών, μτχ. αορ. βʹ του [[λανθάνω]].
}}
}}

Revision as of 00:00, 31 December 2018

Greek (Liddell-Scott)

λάθω: [ᾰ], λᾰθών, μετοχ. τοῦ ἀορ. β΄ τοῦ ῥήμ. λανθάνω.

French (Bailly abrégé)

sbj. ao.2 de λανθάνω.

Greek Monotonic

λάθω: [ᾰ], υποτ. αορ. βʹ, και λᾰθών, μτχ. αορ. βʹ του λανθάνω.