3,276,932
edits
(Bailly1_3) |
(5) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=-ῶ :<br /><b>1</b> raconter des fables, composer des récits fabuleux, acc. ; μ. [[περί]] τινος PLAT disserter sur qch;<br /><b>2</b> <i>p. ext.</i> imaginer par fiction.<br />'''Étymologie:''' [[μυθολόγος]]. | |btext=-ῶ :<br /><b>1</b> raconter des fables, composer des récits fabuleux, acc. ; μ. [[περί]] τινος PLAT disserter sur qch;<br /><b>2</b> <i>p. ext.</i> imaginer par fiction.<br />'''Étymologie:''' [[μυθολόγος]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''μῡθολογέω:''' ([[μυθολόγος]]), μέλ. <i>-ήσω</i>,<br /><b class="num">I. 1.</b> [[αφηγούμαι]] μυθικές ιστορίες ή θρύλους, σε Πλάτ., Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> με αιτ., [[αφηγούμαι]] [[κάτι]] σα να επρόκειτο για θρύλο ή μυθική [[ιστορία]], σε Πλάτ. — Παθ., οἷαι μυθολογοῦνται παλαιαὶ [[γενέσθαι]] [[φύσεις]], έτσι όπως θρυλείται ότι έχουν υπάρξει στον ίδ.· απρόσ., <i>μυθολογεῖται</i>, ο [[θρύλος]] αναφέρει, σε Αριστ.<br /><b class="num">II.</b> [[επινοώ]] [[αφήγηση]] σα να ήταν μυθική [[ιστορία]], <i>μυθολογῶ πολιτείαν</i>, [[πλάθω]] [[μία]] φανταστική πολιτειακή [[δομή]], σε Πλάτ.<br /><b class="num">III.</b> [[αφηγούμαι]] ιστορίες, [[συνομιλώ]], Λατ. confabulari, στον ίδ. | |||
}} | }} |