συνιεῖ: Difference between revisions

From LSJ

πληγέντες αὐτόχειρι σὺν μιάσματι → brothers smitten by mutual slaughter

Source
(Bailly1_5)
 
(6)
 
Line 1: Line 1:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>3ᵉ sg. ind. prés. réc. de</i> [[συνίημι]].
|btext=<i>3ᵉ sg. ind. prés. réc. de</i> [[συνίημι]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''συνιεῖ:''' γʹ ενικ. του [[συνίημι]] (όπως αν προερχόταν από τύπο <i>συνιέω</i>).
}}
}}

Latest revision as of 01:56, 31 December 2018

French (Bailly abrégé)

3ᵉ sg. ind. prés. réc. de συνίημι.

Greek Monotonic

συνιεῖ: γʹ ενικ. του συνίημι (όπως αν προερχόταν από τύπο συνιέω).