θαμινά: Difference between revisions
From LSJ
ἐπεὰν νῶτον ὑὸς δελεάσῃ περὶ ἄγκιστρον, μετιεῖ ἐς μέσον τὸν ποταμόν, ὁ κροκόδειλος ἵεται κατὰ τὴν φωνήν, ἐντυχὼν δὲ τῷ νώτῳ καταπίνει → when he has baited a hog's back onto a hook, he throws it into the middle of the river, ... the crocodile lunges toward the voice of a squealing piglet, and having come upon the hogback, swallows it
(SL_1) |
(2b) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{Slater | {{Slater | ||
|sltr=<b>θᾰμῐνᾰ</b> <br /> <b>1</b> [[often]] [[ἀκέρδεια]] λέλογχεν θαμινὰ κακαγόρους (O. 1.53) χερσὶ θαμινὰ βραχυσίδαρον ἄκοντα πάλλων (N. 3.44) Λατοίδαν θαμινὰ Δελφῶν κόραι (Pae. 6.16) | |sltr=<b>θᾰμῐνᾰ</b> <br /> <b>1</b> [[often]] [[ἀκέρδεια]] λέλογχεν θαμινὰ κακαγόρους (O. 1.53) χερσὶ θαμινὰ βραχυσίδαρον ἄκοντα πάλλων (N. 3.44) Λατοίδαν θαμινὰ Δελφῶν κόραι (Pae. 6.16) | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''θᾰμῐνά:''' adv. часто (ἄκοντα πάλλειν Pind.): εἴσιθι θ. Xen. приходи почаще. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:04, 31 December 2018
French (Bailly abrégé)
adv.
fréquemment.
Étymologie: pl. neutre adv. de θαμινός.
English (Slater)
θᾰμῐνᾰ
1 often ἀκέρδεια λέλογχεν θαμινὰ κακαγόρους (O. 1.53) χερσὶ θαμινὰ βραχυσίδαρον ἄκοντα πάλλων (N. 3.44) Λατοίδαν θαμινὰ Δελφῶν κόραι (Pae. 6.16)
Russian (Dvoretsky)
θᾰμῐνά: adv. часто (ἄκοντα πάλλειν Pind.): εἴσιθι θ. Xen. приходи почаще.