κρυπτόν: Difference between revisions
From LSJ
ἐπὶ τῷ μὴ κοινωνικῶς χρῆσθαι τοῖς εὐτυχήμασι → for not having used their success in a spirit of partnership
(22) |
(3) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το<br /><b>χημ.</b> αμέταλλο χημικό [[στοιχείο]] που ανήκει στην [[ομάδα]] τών ευγενών αερίων. | |mltxt=το<br /><b>χημ.</b> αμέταλλο χημικό [[στοιχείο]] που ανήκει στην [[ομάδα]] τών ευγενών αερίων. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''κρυπτόν:''' τό<b class="num">1)</b> скрытный характер, скрытность (τῆς τῶν Λακεδαιμονίων πολιτείας Thuc.);<br /><b class="num">2)</b> тж. pl. тайна Eur., NT: ἐν κρυπτῷ NT втайне; τὰ κρυπτὰ τοῦ σκότους NT скрытое во мраке;<br /><b class="num">3)</b> сокровенное место, тайник NT. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:36, 31 December 2018
Greek Monolingual
το
χημ. αμέταλλο χημικό στοιχείο που ανήκει στην ομάδα τών ευγενών αερίων.
Russian (Dvoretsky)
κρυπτόν: τό1) скрытный характер, скрытность (τῆς τῶν Λακεδαιμονίων πολιτείας Thuc.);
2) тж. pl. тайна Eur., NT: ἐν κρυπτῷ NT втайне; τὰ κρυπτὰ τοῦ σκότους NT скрытое во мраке;
3) сокровенное место, тайник NT.