3,273,773
edits
(6) |
(nl) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πολύστροφος:''' -ον ([[στρέφω]]), εξαιρετικά συνεστραμμένος, [[πολύ]] κουλουριασμένος, αυτός που έχει πολλές σπείρες, σε Ανθ. | |lsmtext='''πολύστροφος:''' -ον ([[στρέφω]]), εξαιρετικά συνεστραμμένος, [[πολύ]] κουλουριασμένος, αυτός που έχει πολλές σπείρες, σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=πολύστροφος -ον [πολύς, στρέφω] wisselvallig Plat. Resp. 331a =. Pind. fr. 214.3. | |||
}} | }} |