ἀλγίων: Difference between revisions

1
(2)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀλγίων:''' [ῑ], -ον, [[ἄλγιστος]], -η, -ον, ανώμ. συγκρ. και υπερθ. του [[ἀλγεινός]], σχημ. από το ουσ. [[ἄλγος]] (όπως [[καλλίων]], <i>-ιστος</i> από το [[κάλλος]], [[αἰσχίων]], <i>-ιστος</i> από το [[αἶσχος]])· οδυνηρότερος ή οδυνηρότατος, [[θλιβερός]] ή [[βασανιστικός]], [[δυσάρεστος]]· στον συγκρ. ο Όμηρ. παραδίδει μόνο το ουδ. <i>ἄλγιον</i>, τόσο το χειρότερο, τόσο το δυσκολότερο· ἥτ'<i>ἀλγίστη δαμάσασθαι</i> (λέγεται για [[μουλάρι]]), σε Ομήρ. Ιλ. (Στον Όμηρ. <i>ἄλγῐον</i>, [[αλλά]] <i>ῑ</i> πάντα σε Αττ.).
|lsmtext='''ἀλγίων:''' [ῑ], -ον, [[ἄλγιστος]], -η, -ον, ανώμ. συγκρ. και υπερθ. του [[ἀλγεινός]], σχημ. από το ουσ. [[ἄλγος]] (όπως [[καλλίων]], <i>-ιστος</i> από το [[κάλλος]], [[αἰσχίων]], <i>-ιστος</i> από το [[αἶσχος]])· οδυνηρότερος ή οδυνηρότατος, [[θλιβερός]] ή [[βασανιστικός]], [[δυσάρεστος]]· στον συγκρ. ο Όμηρ. παραδίδει μόνο το ουδ. <i>ἄλγιον</i>, τόσο το χειρότερο, τόσο το δυσκολότερο· ἥτ'<i>ἀλγίστη δαμάσασθαι</i> (λέγεται για [[μουλάρι]]), σε Ομήρ. Ιλ. (Στον Όμηρ. <i>ἄλγῐον</i>, [[αλλά]] <i>ῑ</i> πάντα σε Αττ.).
}}
{{elru
|elrutext='''ἀλγίων:''' 2, gen. ονος compar. к [[ἀλγεινός]].
}}
}}