αὐτουργία: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''αὐτουργία:''' ἡ,<br /><b class="num">I.</b> το να κάνει [[κανείς]] [[κάτι]] σε κάποιον με τα [[ίδια]] του χέρια, δηλ. αυτός που σκοτώνει τον εαυτό του ή κάποιο συγγενή του, σε Αισχύλ.<br /><b class="num">II.</b> προσωπική [[εργασία]], αντίθ. προς την [[εργασία]] των [[δούλων]], σε Πλούτ.
|lsmtext='''αὐτουργία:''' ἡ,<br /><b class="num">I.</b> το να κάνει [[κανείς]] [[κάτι]] σε κάποιον με τα [[ίδια]] του χέρια, δηλ. αυτός που σκοτώνει τον εαυτό του ή κάποιο συγγενή του, σε Αισχύλ.<br /><b class="num">II.</b> προσωπική [[εργασία]], αντίθ. προς την [[εργασία]] των [[δούλων]], σε Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''αὐτουργία:''' ἡ<b class="num">1)</b> личный труд Polyb., Plut.;<br /><b class="num">2)</b> личный опыт: τὰ ἐξ αὐτουργίας Polyb. данные собственного опыта;<br /><b class="num">3)</b> убийство близких Aesch.
}}
}}