θωμάσιος: Difference between revisions

From LSJ

Φίλος με βλάπτων (λυπῶν) οὐδὲν ἐχθροῦ διαφέρει → Laedens amicus distat inimico nihil → Ein Freund, der schadet, ist ganz gelich mir einem Feind

Menander, Monostichoi, 530
(17)
(2b)
Line 4: Line 4:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[θωμάσιος]], -ία, -ον (Α)<br />ιων. τ. του [[θαυμάσιος]].
|mltxt=[[θωμάσιος]], -ία, -ον (Α)<br />ιων. τ. του [[θαυμάσιος]].
}}
{{elru
|elrutext='''θωμάσιος:''' = [[θαυμάσιος]].
}}
}}

Revision as of 22:04, 31 December 2018

French (Bailly abrégé)

ion. c. θαυμάσιος.

Greek Monolingual

θωμάσιος, -ία, -ον (Α)
ιων. τ. του θαυμάσιος.

Russian (Dvoretsky)

θωμάσιος: = θαυμάσιος.