ἰσοκίνδυνος: Difference between revisions

2b
(5)
(2b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἰσοκίνδῡνος:''' -ον, αυτός που είναι [[ίσος]] ως προς τον κίνδυνο, σε Θουκ.
|lsmtext='''ἰσοκίνδῡνος:''' -ον, αυτός που είναι [[ίσος]] ως προς τον κίνδυνο, σε Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἰσοκίνδῡνος:''' способный преодолеть опасность (ἰσοκίνδυνον ἡγεῖσθαί τινα Thuc.).
}}
}}